λογοτεχνεσ

ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΠΑΝΤΕΛΗΣ

ΟΝΟΜΑ:

ΠΑΝΤΕΛΗΣ

ΕΠΙΘΕΤΟ:

ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ

ΙΔΙΟΤΗΤΑ:

ΤΟΠΟΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ:

ΝΕΑ ΣΕΛΕΥΚΙΑ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ

Παντελής Κυπριανός: «Συγκριτική ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης». Εκδόσεις «Βιβλιόραμα» 2004, σελ. 386.

Το βιβλίο του Παντελή Κυπριανού, επ. καθηγητή στο ΠΤτου Πανεπιστημίου Πατρών αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ερευνητικά εγχειρήματα που έγιναν πρόσφατα στον χώρο της ιστορίας της ελληνικής εκπαίδευσης. H αξία του βρίσκεται στον υψηλό βαθμό πρωτοτυπίας που το διακρίνει. H πρωτοτυπία του δεν έγκειται τόσο σε κάποια ξεχωριστή, αν και υπαρκτή, ιστοριοδιφική ή ερευνητική ικανότητα του συγγραφέα να φέρει στην επιφάνεια το νέο ή το διαφορετικό στα όσα μέχρι σήμερα είναι γνωστά για την ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης, όσο στο ερευνητικό και επιστημονικό του προφίλ. Αν ληφθούν υπόψη οι σπουδές και το επιστημονικό του έργο, ο Κυπριανός συνδυάζει τον πολιτικό επιστήμονα, τον κοινωνιολόγο, τον μελετητή της πολιτικής ιστορίας και τον ιστορικό της εκπαίδευσης.

Γνωρίζουμε ότι η εκπαίδευση, ειδικά στον σύγχρονο κόσμο, είναι ένας θεσμός και μια πρακτική που συνδέεται στενά με το κράτος, άρα με την πολιτική ιστορία μιας χώρας. Είναι, λοιπόν, συστατικό στοιχείο της πολιτικής κουλτούρας της αλλά και εν γένει των πολιτισμικών της παραδόσεων, οι οποίες συνιστούν λίγο πολύ τον καμβά πάνω και σε σχέση με τον οποίο εξελίσσονται οι κοινωνικο-πολιτισμικές σχέσεις (συμπεριλαμβανομένων αυτών που αναπτύσσονται στον χώρο της εκπαίδευσης) και διαμορφώνεται η πολιτική οντότητα κάθε κοινωνίας. Ειδικά στις σύγχρονες ανοικτές κοινωνίες, η κοινωνία, η πολιτική και, κατ’ επέκταση, η εκπαίδευση δέχονται επιρροές από το διεθνές περιβάλλον και κατ’ εξοχήν από τον δυτικό κόσμο, ενώ στην περίπτωση της χώρας μας, οι επιρροές αυτές έχουν να κάνουν και με τις ποικίλες δράσεις και παρεμβάσεις του «εκτός συνόρων» Ελληνισμού. Αυτή ακριβώς τη διάσταση αναδεικνύει κατά κύριο λόγο το βιβλίο αυτό μέσα από την επωφελή χρήση της συγκριτικής μεθόδου, η οποία, παρά τα όποια προβλήματα επιστημονικής νομιμοποίησης τη συνοδεύουν, παραμένει βασικό εργαλείο κατανόησης των κοινωνικών φαινομένων. Σε αυτήν την προοπτική προσεγγίζεται η εκπαίδευση ως σύνθετο ιστορικο-κοινωνικό φαινόμενο, δηλαδή ως φαινόμενο που βρίσκεται λίγο πολύ στο σταυροδρόμι όλων των κοινωνικών επιστημών, και συγχρόνως ως φαινόμενο ιστορικά εντοπίσιμο, άρα ιδιαίτερο, διακριτό και ταυτοποιημένο. Και αυτό ακριβώς το στοιχείο προσδίδει στην εργασία του Κυπριανού την πρωτοτυπία, τη δύναμη και το ενδιαφέρον που συνήθως λείπουν ή είναι ανεπαρκή σε ανάλογες ιστορικές προσεγγίσεις της ελληνικής εκπαίδευσης.

Το γεγονός ότι η εργασία αυτή διεκδικεί για τον εαυτό της τον χαρακτήρα μιας σημαντικής παρέμβασης στο πεδίο της ιστορίας της εκπαίδευσης δεν κάνει τον συγγραφέα ούτε στο ελάχιστο να κομπορρημονήσει ή να απορρίψει τους ομοτέχνους του, το αντίθετο. Με ύφος απλό και γραφή ανεπιτήδευτη, μεστή και κατανοητή, χωρίς αυτό να προδίδει το νόημα ή να απλουστεύει την εξηγητική εμβέλεια της εργασίας, ο Κυπριανός διαλέγεται με τις υπάρχουσες μελέτες, τις αξιοποιεί δημιουργικά, τις συμπληρώνει και τις αξιοδοτεί κατά τρόπο που, εν τέλει, αναδεικνύει την προσπάθειά του σε ένα «βήμα παραπέρα» της ιστορίας της εκπαίδευσης. Στην πραγματικότητα, αν λάβουμε υπόψη το εν γένει ύφος και ήθος που διέπει την εργασία, κυρίως τη «συνομιλία» που ο Κυπριανός διατηρεί με τους ομοτέχνους του αλλά και τη μετριοπάθεια με την οποία αξιολογεί τα ίδια τα συμπεράσματά του, μπορούμε να συναγάγουμε ότι ο συγγραφέας αντιλαμβάνεται το εγχείρημά του όχι τόσο ως μια περαιωμένη ή «τελεία πράξη», αλλά ως συμβολή σε μια διαρκή και οιονεί συλλογική προσπάθεια στην οποία ο κάθε ερευνητής προσθέτει το δικό του «επιπλέον» στο ατελεύτητο παζλ της ιστορικής γνώσης.

Παρά τις όποιες αδυναμίες, τις οποίες εξάλλου αναγνωρίζει και ο ίδιος ο συγγραφέας, τις τεράστιες δυσχέρειες ή και τα εύλογα -κυρίως επιστημολογικής φύσεως- ερωτήματα που τίθενται σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα ενός τόσου μεγάλου εγχειρήματος να ερευνήσει, να επισημάνει και να συνυπολογίσει τις απειράριθμες λεπτομέρειες, τους αφανείς αλλά ενδεχομένως σημαντικούς παράγοντες ή τα άπειρα και μη δυνάμενα να ερευνηθούν «μικροαίτια» του εκπαιδευτικού φαινομένου, η εργασία αυτή ενσωματώνει τις βασικές όψεις της ιστορίας της ελληνικής εκπαίδευσης σε μια λογική η οποία προσφέρει μια άκρως συνθετική και αρκούντως εξηγητική προσέγγιση της εξέλιξης και των μορφοποιήσεών της. H προσέγγιση αυτή, ενώ δεν παραλείπει να διερευνήσει τη δυναμική και τις κρίσιμες φάσεις των εκπαιδευτικών μας πραγμάτων, που οδήγησαν σε σημαντικές μεταβολές, ρίχνει φως τόσο στα αίτια που προκάλεσαν τις αναστολές, τις παλινδρομήσεις ή ακόμα και τις αποτυχίες των μεταρρυθμιστικών πολιτικών όσο και στα σημερινά προβλήματα. Για παράδειγμα, η μελέτη των εκπαιδευτικών πολιτικών καταδεικνύει το μόνιμο και επαναλαμβανόμενο πρόβλημα της απουσίας συνοχής, καθαρών στόχων και μακρόπνοου σχεδιασμού στο πεδίο της εκπαιδευτικής πολιτικής, το οποίο αντισταθμίζεται τρόπον τινά μέσα από το διαχρονικό στοιχείο της καλλιέργειας ενός ακραίου, αμυντικού εθνικισμού στο πλαίσιο του ιδεολογήματος «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια», τις συνέπειες του οποίου μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε στη σημερινή πολυπολιτισμική Ελλάδα.

Από αυτή τη σκοπιά, ο Κυπριανός εντοπίζει τις ασυνέχειες και τις ρήξεις, αλλά κυρίως διαυγάζει τις συνέχειες, πρωτίστως σε ό,τι αφορά την αναπαραγωγή των κοινωνικών «στάσεων» και αντιλήψεων και τη μεταφορά τους στο επίπεδο του κράτους, το οποίο με τη σειρά του τις μετουσιώνει σε πολιτικές, για να τις ενισχύσει στο πλαίσιο ενός φαύλου κύκλου ο οποίος συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Οι συνέχειες αυτές, οι οποίες εμφανίζονται σε καίρια πεδία, πρωτίστως σε αυτό των ιδεολογικών συγκρούσεων και των κοινωνικοπολιτικών αντιθέσεων που δημιούργησαν ίσως τις μεγαλύτερες αντιστάσεις στον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης, αλλά και της κοινωνίας, μας δείχνουν σήμερα τον δρόμο για την κατανόηση και, ίσως, για την ορθότερη αντιμετώπισή τους. Για τον λόγο αυτό, η εργασία αυτή απευθύνεται στον καθέναν, στον Ελληνα πολίτη, στον πολιτικό, στον σπουδαστή. Κυρίως, όμως, απευθύνεται στον εκπαιδευτικό. Εννοείται στον εκπαιδευτικό που ενδιαφέρεται για την εκπαίδευση έχοντας αγαθά και ανιδιοτελή, δηλαδή δημοκρατικά και πατριωτικά, κίνητρα. Για τον εκπαιδευτικό που προβληματίζεται και πάσχει σήμερα για την εκπαίδευση και τη δημοκρατία και όχι για τα μικροπολιτικά παιχνίδια και τα μικροσυμφέροντα που, δυστυχώς, έχουν καταστήσει την παιδεία παράγοντα συντηρητισμού, αν όχι οπισθοδρόμησης της ελληνικής κοινωνίας.

Ο Κυπριανός χρησιμοποιεί εκτεταμένη ελληνική και ξενόγλωσση βιβλιογραφία, καθώς και σημαντικές πρωτογενείς πηγές, αλλά και όλη τη σχετική νομοθεσία. Αυτό, όμως, που εντυπωσιάζει στην εργασία του είναι ο συνθετικός τρόπος με τον οποίο αξιοποιεί το υλικό του. Σε τελική ανάλυση, πρόκειται για ένα υλικό που αξιοποιείται με τρόπο που αφήνει περιθώρια για περαιτέρω συμπλήρωση και ενδεχομένως για διορθώσεις ή διαφορετικές αναγνώσεις κυρίως σε ειδικά ζητήματα, που προσφέρεται ακόμα και ως βοήθημα για έρευνα και προβληματισμό σε νέους ερευνητές. Πάνω απ’ όλα, όμως, είναι ένα βιβλίο που θέτει δημιουργικά και ανοίγει με ουσιαστικό τρόπο τη συζήτηση για την ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης, μια ιστορία που είναι τόσο παρούσα σήμερα.

* O Στάθης Μπάλιας είναι λέκτορας Πολιτικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών.

Ο Παντελής Κυπριανός γεννήθηκε στη Νέα Σελεύκεια Θεσπρωτίας. Είναι  Καθηγητής, Ιστορίας στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής και της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία (Τ.Ε.Ε.Α.Π.Η.) του Πανεπιστημίου Πατρών. Σπούδασε Ιστορία, Πολιτικές Επιστήμες και Κοινωνιολογία, στην Πάντειο ΑΣΠΕ, και με υποτροφία του ΙΚΥ, στα παρισινά πανεπιστήμια Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales και Paris II.

Δημοσίευσε  βιβλία και εργασίες στα ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά. Ιδρυτικό μέλος του Διαπανεπιστημιακού Δικτύου Πολιτικών Ανώτατης Εκπαίδευσης (http://hepnet.upatras.gr/) διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της  Διεθνούς Επιστημονικής Οργάνωσης AIFREF (http://www.aifref.org/), του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου Πατρέων, Αναπληρωτής Πρύτανη του Πανεπιστημίου Πατρών, εκπρόσωπος του ΥΠΑΙΘ στον ΟΟΣΑ σε θέματα Εκπαίδευσης και Πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ). 

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΕΡΓΑ

Συγκριτική Ιστορία

Ανατομία των Ποδοσφαιρικών Παθών