λογοτεχνεσ

ΓΟΓΟΛΟΣ ΣΠΥΡΟΣ

ΟΝΟΜΑ:

ΣΠΥΡΟΣ

ΕΠΙΘΕΤΟ:

ΓΟΓΟΛΟΣ

ΙΔΙΟΤΗΤΑ:

ΤΟΠΟΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ:

ΖΑΓΟΡΙ

Ο Σπύρος Γόγολος, με καταγωγή από το Ζαγόρι και από τους δύο γονείς, γεννήθηκε το 1975 στα Ιωάννινα. Είναι φιλόλογος, συγγραφέας και έχει εργαστεί στη δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση. Δίδαξε για 14 χρόνια στο Κέντρο Διδασκαλίας Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Έχει ασχοληθεί με τη νεότερη και σύγχρονη βαλκανική ιστορία, καθώς και με την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τόσο η ελληνική, όσο και η τουρκική έκδοση του βιβλίο του «Στην Καρδιά της Αυτοκρατορίας» απέσπασαν εγκωμιαστικές κριτικές από διακεκριμένους Έλληνες και Τούρκους βιβλιοκριτικούς, καθώς και από τις μεγαλύτερες ελληνικές και τουρκικές εφημερίδες και περιοδικά. Το 2016 κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο: «Σμύρνη, μια ιστορία που δε γράφτηκε», το οποίο βραβεύτηκε από την Εστία Νέας Σμύρνης σε πανελλήνιο διαγωνισμό. Μέσα στο καλοκαίρι πρόκειται να κυκλοφορήσει το τρίτο του ιστορικό μυθιστόρημα με τίτλο: «Μαξ και Έστερ», το οποίο αναφέρεται στον έρωτα μίας εβραιογιαννιώτισσας με ένα αξιωματικό των Ες Ες. Είναι αρθρογράφος της στήλης «Μίθρας» στην εφημερίδα «Ηπειρωτικός Αγώνας» και δηλώνει αμετανόητος αστός, λάτρης της τζαζ και έθνικ μουσικής, της Μεσογείου, των ταξιδιών, του καλού φαγητού και της αρχιτεκτονικής.

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΕΡΓΑ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΡΓΟΥ

Τίποτε δε συμβόλιζε περισσότερο τον κοσμοπολίτικο και εμπορικό χαρακτήρα της Σμύρνης, από το λιμάνι. Το Quais, όπως το έλεγαν οι Σμυρνιοί, οι οποίοι φημίζονταν για την ξενομανία τους [...]

Κατά δεκάδες οι καμήλες μούγκριζαν, δεμένες η μία πίσω από την άλλη κουβαλώντας υπομονετικά τα μεταξωτά της Προύσας, τα κιλίμια του Ουσάκ και της Σπάρτας, τα ξεραμένα σύκα, τα οπωροκηπευτικά, το ελαιόλαδο, τη σταφίδα και τα καπνά της μικρασιατικής ενδοχώρας, τα χαλιά και το σαφράν της Περσίας, το μοχέρ της Άγκυρας, το όπιο του Πακιστάν και του Αφγανιστάν, τα μπαχαρικά και το τσάι της Ινδίας, τον έβενο της Αραβίας και τα μαργαριτάρια του Περσικού Κόλπου.

Πολυάριθμοι γερανοί φόρτωναν και ξεφόρτωναν ασταμάτητα τα αμπάρια των πλοίων. Δεκάδες απ’ αυτά, με κάθε είδους σημαία, σφύριζαν για να φύγουν και άλλα περίμεναν υπομονετικά αρόδο για να μπουν στο λιμάνι. Τα φουγάρα τους άφηναν ισάριθμες στήλες καπνού να ανεβαίνουν στον ιωνικό ουρανό, σαν να επρόκειτο για καπνό ευχαριστήριας θυσίας προς τον Κερδώο Ερμή. Δε θα ήταν υπερβολή αν κάποιος έλεγε ότι η ζωή στο λιμάνι δε σταματούσε ποτέ και ότι έκανε τη Σμύρνη να μοιάζει με ένα τεράστιο παραφουσκωμένο πορτοφόλι, το οποίο ξεχείλιζε από χρήμα! Από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου στην προκυμαία επικρατούσε το εμπόριο και από τη δύση μέχρι την ανατολή οι κάθε είδους ηδονές. Ήταν σαν οι δύο θεοί, ο Ερμής, ο θεός του εμπορίου και η Αφροδίτη, η θεά του έρωτα, να είχαν κάνει μία άτυπη συμφωνία και μια δίκαιη μοιρασιά, κυριαρχώντας σ’ αυτό το λιμάνι! [...]     

Οικογένειες ολόκληρες χωρίζονταν ή χάνονταν μέσα σ’ αυτή την κόλαση. Στην κυριολεξία έχανε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Συχνά άκουγες να φωνάζουν: «Μόνο γυναίκες και παιδιά! Μόνο γυναίκες και παιδιά!» Τους άντρες τους έπαιρναν και τους οδηγούσαν σε στρατόπεδα, πολλούς που αντιστέκονταν ή γνώριζαν ότι είχαν διαπράξει έκτροπα σε βάρος των Τούρκων, τους σκότωναν επιτόπου. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα και εγώ να είχα την ίδια μοίρα, αν δε με έσωζε ο Κερέμ. Ήταν τόσα πολλά τα πτώματα μέσα στη θάλασσα, που αν έπεφτες μέσα, πιθανόν να μη βούλιαζες! Πολλοί πατούσαν πάνω στα πτώματα για να περάσουν και να σωθούν. Μανάδες έδιναν σε αγνώστους τα παιδιά τους για να τα πάρουν μαζί τους σε κάποιο καράβι ή τα πετούσαν στη θάλασσα, όπου έπεφταν πάνω στους πνιγμένους! Έγκυες γυναίκες απέβαλλαν, άλλες ξεκοιλιάζονταν και τους πετούσαν τα έμβρυα κάτω! Οι Τούρκοι σκότωναν, έσφαζαν και βίαζαν αδιακρίτως!

Από το πλοίο μυρίζαμε καμένες σάρκες και αποκαΐδια και ακούγαμε τον ανατριχιαστικό θόρυβο που έκανε η φωτιά, καθώς κατάπινε τα πάντα! Η πόλη που πρώτη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία απέκτησε εφημερίδα, αμερικανικό σχολείο, ιππόδρομο, ποδοσφαιρική ομάδα, αυτοκίνητο και δημόσιο κινηματογράφο, εξαφανιζόταν μέσα στις αδηφάγες φλόγες. Βλέπαμε από το σκάφος πώς χάνονταν μέσα στις φλόγες, το Θέατρο της Σμύρνης, για το οποίο όλοι μας ήμασταν περήφανοι, για τα μηχανήματα από τη Βιέννη, που μιμούνταν τους ήχους της βροχής, του αέρα και του κεραυνού. Βλέπαμε το Αμερικανικό Προξενείο του Χόρτον να εκρήγνυται, δεν ξέραμε αν ο Χόρτον κατάφερε να σωθεί, το θρυλικό Κραίμερ και το Huck, όπου αμέτρητες φορές περνούσα, το σπίτι μου! Καθώς απομακρυνόμασταν, δεν είχαμε πια καμία αμφιβολία για το πώς θα είναι η κόλαση! Σκέφτηκα αυτό που μου είχε πει κάποτε ο Χαλίτ Πασάς: «Η μοίρα κάθε τόπου καθορίζεται από τη γεωγραφική του θέση», συμφώνησα απολύτως και κατάλαβα ότι η Σμύρνη ήταν τελικά μια καταδικασμένη πόλη!    

Περίληψη

Ένας νεαρός άνδρας βρίσκει την πραγματική του ταυτότητα, σε μία πόλη που χάνει τη δική της. Σε μία πόλη, η οποία χαρακτηρίστηκε ως ο οφθαλμός της Ασίας στην Ευρώπη... Σε μία πόλη, στην οποία το διηπειρωτικό εμπόριο έδινε ευκαιρίες σε όλους και πρόσφερε απλόχερα τον πλούτο... Σε μία πόλη, η οποία πέρασε απότομα από τον κοσμοπολιτισμό στον εθνικισμό και έζησε την απόλυτη καταστροφή... Σε μια πόλη, η οποία ακόμη και σήμερα δεν έχει συμφιλιωθεί με το παρελθόν της «επειδή κάηκε και έφυγαν».

   Ο Βρετανός(;) διπλωματικός υπάλληλος Φίλιπ Πάρκερ, ζώντας στη λεβαντίνικη Σμύρνη μέχρι την καταστροφή της και αλληλογραφώντας τόσο με τους δύο επιστήθιους φίλους του, τον Αλέξη Καρέλη, εξ απορρήτων του Ελευθέριου Βενιζέλου και τον Σελίμ Μπέη, δεξί χέρι του Μουσταφά Κεμάλ, όσο και με τον διπλωμάτη πατέρα του στο Foreign Office, μας αποκαλύπτει ένα πλούσιο παρασκήνιο, που ξεκινά το 1912 στο Λονδίνο και εν συνεχεία διαδραματίζεται στο Παρίσι, την Αθήνα, την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα. Ένα παρασκήνιο, στο οποίο πρωταγωνιστούν ηγέτες που σημάδεψαν τον 20ο αιώνα, διπλωμάτες, μυστικές υπηρεσίες, πόρνες και ερωμένες αλλά και απλοί καθημερινοί άνθρωποι. Ένα παρασκήνιο, το οποίο αποκαλύπτεται παράλληλα με την καθημερινή ζωή αλλά και με τις μοναδικές ανθρώπινες ιστορίες της μικρασιατικής πρωτεύουσας, που τόσο λάτρευε τη ζωή. Ένα παρασκήνιο, το οποίο ξαφνικά ανέτρεψε βίαια τα πάντα και οδήγησε στην απώλεια της πιο κοσμοπολίτικης πόλης της Ανατολικής Μεσογείου, το Σεπτέμβριο του 1922.